Μάρθα Κίσκιλα
«Φουρτουνιασμένη θάλασσα, δυνατές καταιγίδες και χαμηλή ορατότητα
προβλέπονται για αύριο». Έτσι θα μπορούσε να ξεκινάει το δελτίο καιρού
για τις 21 Ιουνίου του 2050. Οι καταστροφικές θύελλες μπορεί να μην
ακούγονται σαν καλά νέα, αλλά θα είναι μεταξύ των ελάχιστων προβλημάτων
του κόσμου στα προσεχή έτη της αιφνίδιας κλιματολογικής αναταραχής, καθώς τα επόμενα χρόνια προβλέπονται πλημμύρες, ξηρασίες, λιώσιμο των πάγων, πείνα, μεταναστεύσεις και πολλά ακόμα σοβαρά προβλήματα που θα δημιουργήσουν και πολιτικοκοινωνικές αναταραχές.
Ο Tim Radford, πρώην επιστημονικός συντάκτης του Guardian, είχε κάνει από το 2004 μια προφητική πρόβλεψη για τις πιθανές επιπτώσεις της παγκόσμιας αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη στον κόσμο το 2020. Εφαρμόζοντας τις εμπειρικές του γνώσεις σχετικά με την επιστήμη που ήταν διαθέσιμη εκείνη την εποχή, προέβλεψε ότι το 2020 θα είναι η χρονιά που ο πλανήτης θα αρχίσει να αισθάνεται τη θερμότητα σαν κάτι πραγματικό και επείγον.
Το προηγούμενο έτος μάλιστα, ο κόσμος είδε τις σχολικές απεργίες της Greta Thunberg να μετατρέπονται σε ένα παγκόσμιο κίνημα με περισσότερους από έξι εκατομμύρια διαδηλωτές. Ο κόσμος λαμβάνει όλο και πιο σοβαρά υπόψη του τις ανησυχητικές προειδοποιήσεις από τους επιστήμονες του ΟΗΕ, ενώ δεκάδες εθνικά κοινοβούλια και δημοτικά συμβούλια έχουν δηλώσει ότι βρισκόμαστε σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης σχετικά με το κλίμα.
Ο Radford γράφοντας μετά το ρεκόρ ζέστης του Ηνωμένου Βασιλείου το 2003, προειδοποίησε ότι τέτοιες καυτές θερμοκρασίες θα γίνουν πλέον ο κανόνας. «Να περιμένετε ότι το καλοκαίρι του 2020 θα είναι αποπνικτικό». Από τότε, ο κόσμος έχει περάσει από τα 10 πιο καυτά χρόνια της ιστορίας. Για παράδειγμα το Ηνωμένο Βασίλειο σημείωσε νέο υψηλό 38,7 βαθμών τον Ιούλιο, ο οποίος ήταν ο θερμότερος μήνας του πλανήτη από τότε που άρχισαν οι μετρήσεις.
Επίσης, πρόβλεψε σωστά το πόσο πιο εχθρικό αυτό θα έκανε το κλίμα, με τις ολοένα και πιο άγριες καταιγίδες, τις δασικές πυρκαγιές (στη Σιβηρία και τον Αμαζόνιο φέτος ή την Καλιφόρνια και τη Λαπωνία το 2018) και την καταστροφή και τον αποχρωματισμό των κοραλλιογενών υφάλων, που συμβαίνει με αυξανόμενη συχνότητα σε όλο τον κόσμο. Όλα αυτά έχουν συμβεί, όπως και οι συγκεκριμένες προβλέψεις του Radford για επιδείνωση των πλημμυρών στο Μπαγκλαντές, απελπιστική ξηρασία στη νότια Αφρική, έλλειψη τροφίμων στο Σαχέλ και άνοιγμα του βορειοδυτικού περάσματος λόγω της συρρίκνωσης του θαλάσσιου πάγου.
Ορισμένες από τις προβλέψεις του ήταν ελαφρώς πρόωρες (τα χιόνια στο Κιλιμάντζαρο και στο όρος Κένυα δεν έχουν εξαφανιστεί ακόμα), αλλά συνολικά το όραμα του Radford για τον κόσμο το 2020 ήταν εξαιρετικά ακριβές. Αυτή η ακρίβεια είναι θετική καθώς γίνεται άμεση πρόβλεψη των κινδύνων, αλλά ταυτόχρονα και ανησυχητική όταν εξετάζουμε τι επιπτώσεις αναμένουν οι επιστήμονες να έχει αυτό στη ζωή μας. Εκτός από τις εκπομπές των αερίων κατά την επόμενη δεκαετία, πολλά είναι τα προβλήματα που αναμένεται να αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα.
Ακολουθώντας το παράδειγμα του Radford, ας εξετάσουμε τι θα γίνει στον κόσμο το 2050, αν η ανθρωπότητα εξακολουθεί να καίει πετρέλαιο, φυσικό αέριο, άνθρακα και δάση με αυτούς τους ρυθμούς. Αρχικά η διαφορά θα είναι ορατή από το διάστημα. Το λευκό χρώμα του βορρά θα εξαφανίζεται κάθε καλοκαίρι, ενώ ο νότιος πόλος θα συρρικνωθεί και δεν θα είναι αναγνωρίσιμος. Τα καταπράσινα τροπικά δάση του Αμαζονίου, του Κονγκό και της Παπούα-Νέας Γουινέας θα συρρικνωθούν και πολύ πιθανόν να περιβάλλονται από καπνό, σύμφωνα με τον Guardian.
Οι ακτές ανασχηματίζονται από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας και είναι πιθανόν πολλές πόλεις να πλημμυρίσουν μέχρι το 2100, όπως το Μαϊάμι, το Κουανγκτούνγκ , το Λίνκολνσιρ και η Αλεξάνδρεια. Οι παλίρροιες και οι καταιγίδες «θολώνουν» περιοδικά τα όρια μεταξύ ξηράς και θάλασσας, κάνοντας τους δρόμους μεγαλουπόλεων να μοιάζουν με τα κανάλια της Βενετία. Στο έδαφος, οι αυξανόμενες θερμοκρασίες αλλάζουν τον κόσμο με τρόπους που δεν μπορούν πλέον να εξηγηθούν μόνο από τη φυσική και τη χημεία. Ο όλο και πιο εχθρικός καιρός επηρεάζει τις κοινωνικές σχέσεις και διαταράσσει την οικονομία, την πολιτική και την ψυχική υγεία. Οι φόβοι για την πλήρη εξαφάνιση της ανθρώπινης φυλής ίσως είναι λίγο υπερβολικοί, αλλά ο κίνδυνος της καταστροφής του πολιτισμού είναι υψηλότερος από ποτέ και αυξάνεται σταθερά.
Ο κόσμος το 2050 προβλέπεται να είναι πιο εχθρικός, λιγότερο εύφορος και περισσότερο συνωστισμένος. Οι πλούσιοι θα βρίσκονται σε ένα προστατευμένο περιβάλλον, ενώ οι φτωχοί θα παραμένουν εκτεθειμένοι στα ολοένα και σκληρότερα στοιχεία. Όλοι όμως θα επηρεαστούν από τις αυξανόμενες τιμές, τις συγκρούσεις, το άγχος και την κατάθλιψη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η παγκόσμια θερμοκρασία αυξήθηκε κατά 1.5 βαθμό Κελσίου πριν από δύο χρόνια και τώρα επιταχύνεται προς 3 ή ακόμα και το 4 βαθμούς Κελσίου, μέχρι τα τέλη του αιώνα. Το Λος Άντζελες, το Σίδνεϊ, η Μαδρίτη, η Λισαβόνα και ενδεχομένως ακόμα και το Παρίσι να δουν θερμοκρασίες που θα φτάσουν ακόμα και τους 50 βαθμούς Κελσίου, ενώ το κλίμα του Λονδίνου μοιάζει με αυτό της Βαρκελώνης πριν 30 χρόνια. Σε όλο τον κόσμο, η ξηρασία εντείνεται και η υπερβολική ζέστη γίνεται πραγματικότητα για τους κατοίκους, οκτώ φορές περισσότερο από ό, τι το 2019.
Ο ακραίες καιρικές συνθήκες είναι η πρωταρχική ανησυχία όλων, εκτός από μια μικρή ελίτ. Επιπτώσεις θα υπάρχουν παντού, αλλά η μεγαλύτερη δυστυχία γίνεται αισθητή στις φτωχότερες χώρες. Η Ντάκα, το Νταρ ες Σαλάμ και άλλες παράκτιες πόλεις πλήττονται σχεδόν κάθε χρόνο από τις δυνατές καταιγίδες και άλλα ακραία καιρικά φαινόμενα που συνέβαιναν μόνο μια φορά τον αιώνα. Ακολουθώντας το παράδειγμα της Τζακάρτας, πολλές πρωτεύουσες έχουν μετεγκατασταθεί σε λιγότερο εκτεθειμένες περιοχές. Αλλά οι πλημμύρες, οι καταιγίδες, οι ξηρασίες και οι πυρκαγιές είναι όλο και πιο καταστροφικές. Τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν την κατάσταση, ενώ το οικονομικό κόστος δυσκολεύει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που δεν έχουν προετοιμαστεί καλά. Οι ασφαλιστικές εταιρείες από τη μεριά τους αρνούνται να καλύψουν τις φυσικές καταστροφές, η ανασφάλεια κυριαρχεί και οι κυβερνήσεις αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν την κατάσταση.
«Μέχρι το 2050, αν αποτύχουμε να δράσουμε, πολλά από τα πιο επιβλαβή, ακραία καιρικά φαινόμενα που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια θα γίνουν συνηθισμένα», προειδοποιεί ο Michael Mann, διευθυντής του Κέντρου Επιστήμης των Συστημάτων της Γης στο κρατικό πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια.
Οι άνθρωποι έχουν καταλάβει πόσο συνδεδεμένα είναι τα φυσικά συστήματα υποστήριξης της ζωής στον κόσμο. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ενισχύουν το ένα το άλλο. Υψηλότερη θερμότητα σημαίνει περισσότερες δασικές πυρκαγιές, που στεγνώνουν περισσότερα δέντρα, τα οποία καίγονται πιο εύκολα, τα οποία απελευθερώνουν περισσότερο άνθρακα, γεγονός που ωθεί τις θερμοκρασίες σε παγκόσμιο επίπεδο υψηλότερες, κάτι που καταστρέφει περισσότερο πάγο, γεγονός που εκθέτει περισσότερο από τη Γη στο ηλιακό φως που θερμαίνει τους πόλους και επιβραδύνει τα ωκεάνια ρεύματα, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ακραίες καταιγίδες και μεγαλύτερες ξηρασίες. Επίσης, ο Αμαζόνιος μετατρέπεται σε σαβάνα επειδή η απώλεια των δασών εξασθενεί τις βροχοπτώσεις, γεγονός που καθιστά τις συγκομιδές χαμηλότερες, πράγμα που δίνει στους αγρότες οικονομικό κίνητρο για να καθαρίσουν περισσότερα εδάφη για να αντισταθμίσουν τη χαμένη παραγωγή, που σημαίνει περισσότερες πυρκαγιές και λιγότερες βροχοπτώσεις.Στην τρέχουσα πορεία μας, οι συγκεντρώσεις άνθρακα στην ατμόσφαιρα θα αυξηθούν επικίνδυνα και η Katharine Hayhoe, επιστήμονας της ατμόσφαιρας, εκφράζει τις ανησυχίες της. Η μεγαλύτερη ανησυχία της είναι ότι θα υπάρχουν προβλήματα στις μονάδες παραγωγής τροφίμων και ύδρευσης, με σοβαρές ανθρωπιστικές συνέπειες σε περιοχές που είναι ήδη ευάλωτες. Η πείνα θα αυξηθεί, ίσως καταστροφικά. Η Διεθνής Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή των Ηνωμένων Εθνών αναμένει ότι η παραγωγή τροφίμων θα μειωθεί κατά 2% έως 6% σε κάθε επόμενη δεκαετία λόγω της υποβάθμισης της γης, της ξηρασίας, των πλημμυρών και της ανόδου της στάθμης της θάλασσας. Ο συγχρονισμός δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερος, καθώς μέχρι το 2050 ο παγκόσμιος πληθυσμός αναμένεται να ανέλθει σε 9,7 δισεκατομμύρια, δηλαδή περισσότερα από δύο δισεκατομμύρια περισσότερους ανθρώπους να τρέφονται από ό, τι σήμερα.
Όταν όμως υπάρχει πείνα, οι άνθρωποι αναγκάζονται να πολεμήσουν ή να φύγουν. Περίπου 50 με 700 εκατομμύρια άνθρωποι θα αφήσουν τα σπίτια τους από τα μέσα του αιώνα ως αποτέλεσμα της υποβάθμισης του εδάφους, σύμφωνα με εκτιμήσεις του περασμένου έτους. Οι πυρκαγιές, οι πλημμύρες και οι ξηρασίες θα αναγκάσουν πολλούς άλλους να μεταναστεύσουν εντός και εκτός συνόρων. Ομοίως, θα μειωθεί ο πάγος των βουνών, ο οποίος αποτελεί πηγή νερού για το ένα τέταρτο του παγκόσμιου πληθυσμού. Οι φτωχότεροι θα επηρεαστούν χειρότερα, αν και έχουν τη μικρότερη ευθύνη για την κλιματική κρίση. Για τον Αμερικανό συγγραφέα και περιβαλλοντολόγο, Bill McKibben, αυτή η αδικία θα έχει τον μεγαλύτερο αντίκτυπο το 2050.
Τα τελευταία 20 χρόνια, τα έθνη έχουν δοκιμάσει διάφορους τρόπους για τη σωτηρία του πλανήτη, αλλά οι περισσότεροι ήταν ακριβοί και αναποτελεσματικοί. Ωστόσο με τη βοήθεια της επιστήμης, οι κίνδυνοι μπορούν να μειωθούν αισθητά αν η ανθρωπότητα αλλάξει δραστικά την επόμενη δεκαετία. Μπορούμε να κάνουμε την κατάσταση μας ευκολότερη εάν επικεντρωθούμε στην ελπίδα σε κοινές λύσεις, παρά στους φόβους για το τι θα χάσουμε ατομικά. Αυτό σημαίνει να βρεθεί η πίστη στα θεσμικά όργανα και να προειδοποιεί ο ένας τον άλλο σχετικά με τους κινδύνους. Τα προβλήματα έρχονται και η επιστήμη το έχει κάνει σαφές αυτό. Το ερώτημα είναι τώρα πώς το αντιμετωπίζουμε...
Πηγή: tvxs.gr
Ο Tim Radford, πρώην επιστημονικός συντάκτης του Guardian, είχε κάνει από το 2004 μια προφητική πρόβλεψη για τις πιθανές επιπτώσεις της παγκόσμιας αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη στον κόσμο το 2020. Εφαρμόζοντας τις εμπειρικές του γνώσεις σχετικά με την επιστήμη που ήταν διαθέσιμη εκείνη την εποχή, προέβλεψε ότι το 2020 θα είναι η χρονιά που ο πλανήτης θα αρχίσει να αισθάνεται τη θερμότητα σαν κάτι πραγματικό και επείγον.
Το προηγούμενο έτος μάλιστα, ο κόσμος είδε τις σχολικές απεργίες της Greta Thunberg να μετατρέπονται σε ένα παγκόσμιο κίνημα με περισσότερους από έξι εκατομμύρια διαδηλωτές. Ο κόσμος λαμβάνει όλο και πιο σοβαρά υπόψη του τις ανησυχητικές προειδοποιήσεις από τους επιστήμονες του ΟΗΕ, ενώ δεκάδες εθνικά κοινοβούλια και δημοτικά συμβούλια έχουν δηλώσει ότι βρισκόμαστε σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης σχετικά με το κλίμα.
Ο Radford γράφοντας μετά το ρεκόρ ζέστης του Ηνωμένου Βασιλείου το 2003, προειδοποίησε ότι τέτοιες καυτές θερμοκρασίες θα γίνουν πλέον ο κανόνας. «Να περιμένετε ότι το καλοκαίρι του 2020 θα είναι αποπνικτικό». Από τότε, ο κόσμος έχει περάσει από τα 10 πιο καυτά χρόνια της ιστορίας. Για παράδειγμα το Ηνωμένο Βασίλειο σημείωσε νέο υψηλό 38,7 βαθμών τον Ιούλιο, ο οποίος ήταν ο θερμότερος μήνας του πλανήτη από τότε που άρχισαν οι μετρήσεις.
Επίσης, πρόβλεψε σωστά το πόσο πιο εχθρικό αυτό θα έκανε το κλίμα, με τις ολοένα και πιο άγριες καταιγίδες, τις δασικές πυρκαγιές (στη Σιβηρία και τον Αμαζόνιο φέτος ή την Καλιφόρνια και τη Λαπωνία το 2018) και την καταστροφή και τον αποχρωματισμό των κοραλλιογενών υφάλων, που συμβαίνει με αυξανόμενη συχνότητα σε όλο τον κόσμο. Όλα αυτά έχουν συμβεί, όπως και οι συγκεκριμένες προβλέψεις του Radford για επιδείνωση των πλημμυρών στο Μπαγκλαντές, απελπιστική ξηρασία στη νότια Αφρική, έλλειψη τροφίμων στο Σαχέλ και άνοιγμα του βορειοδυτικού περάσματος λόγω της συρρίκνωσης του θαλάσσιου πάγου.
Ορισμένες από τις προβλέψεις του ήταν ελαφρώς πρόωρες (τα χιόνια στο Κιλιμάντζαρο και στο όρος Κένυα δεν έχουν εξαφανιστεί ακόμα), αλλά συνολικά το όραμα του Radford για τον κόσμο το 2020 ήταν εξαιρετικά ακριβές. Αυτή η ακρίβεια είναι θετική καθώς γίνεται άμεση πρόβλεψη των κινδύνων, αλλά ταυτόχρονα και ανησυχητική όταν εξετάζουμε τι επιπτώσεις αναμένουν οι επιστήμονες να έχει αυτό στη ζωή μας. Εκτός από τις εκπομπές των αερίων κατά την επόμενη δεκαετία, πολλά είναι τα προβλήματα που αναμένεται να αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα.
Ακολουθώντας το παράδειγμα του Radford, ας εξετάσουμε τι θα γίνει στον κόσμο το 2050, αν η ανθρωπότητα εξακολουθεί να καίει πετρέλαιο, φυσικό αέριο, άνθρακα και δάση με αυτούς τους ρυθμούς. Αρχικά η διαφορά θα είναι ορατή από το διάστημα. Το λευκό χρώμα του βορρά θα εξαφανίζεται κάθε καλοκαίρι, ενώ ο νότιος πόλος θα συρρικνωθεί και δεν θα είναι αναγνωρίσιμος. Τα καταπράσινα τροπικά δάση του Αμαζονίου, του Κονγκό και της Παπούα-Νέας Γουινέας θα συρρικνωθούν και πολύ πιθανόν να περιβάλλονται από καπνό, σύμφωνα με τον Guardian.
Οι ακτές ανασχηματίζονται από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας και είναι πιθανόν πολλές πόλεις να πλημμυρίσουν μέχρι το 2100, όπως το Μαϊάμι, το Κουανγκτούνγκ , το Λίνκολνσιρ και η Αλεξάνδρεια. Οι παλίρροιες και οι καταιγίδες «θολώνουν» περιοδικά τα όρια μεταξύ ξηράς και θάλασσας, κάνοντας τους δρόμους μεγαλουπόλεων να μοιάζουν με τα κανάλια της Βενετία. Στο έδαφος, οι αυξανόμενες θερμοκρασίες αλλάζουν τον κόσμο με τρόπους που δεν μπορούν πλέον να εξηγηθούν μόνο από τη φυσική και τη χημεία. Ο όλο και πιο εχθρικός καιρός επηρεάζει τις κοινωνικές σχέσεις και διαταράσσει την οικονομία, την πολιτική και την ψυχική υγεία. Οι φόβοι για την πλήρη εξαφάνιση της ανθρώπινης φυλής ίσως είναι λίγο υπερβολικοί, αλλά ο κίνδυνος της καταστροφής του πολιτισμού είναι υψηλότερος από ποτέ και αυξάνεται σταθερά.
Ο κόσμος το 2050 προβλέπεται να είναι πιο εχθρικός, λιγότερο εύφορος και περισσότερο συνωστισμένος. Οι πλούσιοι θα βρίσκονται σε ένα προστατευμένο περιβάλλον, ενώ οι φτωχοί θα παραμένουν εκτεθειμένοι στα ολοένα και σκληρότερα στοιχεία. Όλοι όμως θα επηρεαστούν από τις αυξανόμενες τιμές, τις συγκρούσεις, το άγχος και την κατάθλιψη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η παγκόσμια θερμοκρασία αυξήθηκε κατά 1.5 βαθμό Κελσίου πριν από δύο χρόνια και τώρα επιταχύνεται προς 3 ή ακόμα και το 4 βαθμούς Κελσίου, μέχρι τα τέλη του αιώνα. Το Λος Άντζελες, το Σίδνεϊ, η Μαδρίτη, η Λισαβόνα και ενδεχομένως ακόμα και το Παρίσι να δουν θερμοκρασίες που θα φτάσουν ακόμα και τους 50 βαθμούς Κελσίου, ενώ το κλίμα του Λονδίνου μοιάζει με αυτό της Βαρκελώνης πριν 30 χρόνια. Σε όλο τον κόσμο, η ξηρασία εντείνεται και η υπερβολική ζέστη γίνεται πραγματικότητα για τους κατοίκους, οκτώ φορές περισσότερο από ό, τι το 2019.
Ο ακραίες καιρικές συνθήκες είναι η πρωταρχική ανησυχία όλων, εκτός από μια μικρή ελίτ. Επιπτώσεις θα υπάρχουν παντού, αλλά η μεγαλύτερη δυστυχία γίνεται αισθητή στις φτωχότερες χώρες. Η Ντάκα, το Νταρ ες Σαλάμ και άλλες παράκτιες πόλεις πλήττονται σχεδόν κάθε χρόνο από τις δυνατές καταιγίδες και άλλα ακραία καιρικά φαινόμενα που συνέβαιναν μόνο μια φορά τον αιώνα. Ακολουθώντας το παράδειγμα της Τζακάρτας, πολλές πρωτεύουσες έχουν μετεγκατασταθεί σε λιγότερο εκτεθειμένες περιοχές. Αλλά οι πλημμύρες, οι καταιγίδες, οι ξηρασίες και οι πυρκαγιές είναι όλο και πιο καταστροφικές. Τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν την κατάσταση, ενώ το οικονομικό κόστος δυσκολεύει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που δεν έχουν προετοιμαστεί καλά. Οι ασφαλιστικές εταιρείες από τη μεριά τους αρνούνται να καλύψουν τις φυσικές καταστροφές, η ανασφάλεια κυριαρχεί και οι κυβερνήσεις αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν την κατάσταση.
«Μέχρι το 2050, αν αποτύχουμε να δράσουμε, πολλά από τα πιο επιβλαβή, ακραία καιρικά φαινόμενα που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια θα γίνουν συνηθισμένα», προειδοποιεί ο Michael Mann, διευθυντής του Κέντρου Επιστήμης των Συστημάτων της Γης στο κρατικό πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια.
Οι άνθρωποι έχουν καταλάβει πόσο συνδεδεμένα είναι τα φυσικά συστήματα υποστήριξης της ζωής στον κόσμο. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ενισχύουν το ένα το άλλο. Υψηλότερη θερμότητα σημαίνει περισσότερες δασικές πυρκαγιές, που στεγνώνουν περισσότερα δέντρα, τα οποία καίγονται πιο εύκολα, τα οποία απελευθερώνουν περισσότερο άνθρακα, γεγονός που ωθεί τις θερμοκρασίες σε παγκόσμιο επίπεδο υψηλότερες, κάτι που καταστρέφει περισσότερο πάγο, γεγονός που εκθέτει περισσότερο από τη Γη στο ηλιακό φως που θερμαίνει τους πόλους και επιβραδύνει τα ωκεάνια ρεύματα, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ακραίες καταιγίδες και μεγαλύτερες ξηρασίες. Επίσης, ο Αμαζόνιος μετατρέπεται σε σαβάνα επειδή η απώλεια των δασών εξασθενεί τις βροχοπτώσεις, γεγονός που καθιστά τις συγκομιδές χαμηλότερες, πράγμα που δίνει στους αγρότες οικονομικό κίνητρο για να καθαρίσουν περισσότερα εδάφη για να αντισταθμίσουν τη χαμένη παραγωγή, που σημαίνει περισσότερες πυρκαγιές και λιγότερες βροχοπτώσεις.Στην τρέχουσα πορεία μας, οι συγκεντρώσεις άνθρακα στην ατμόσφαιρα θα αυξηθούν επικίνδυνα και η Katharine Hayhoe, επιστήμονας της ατμόσφαιρας, εκφράζει τις ανησυχίες της. Η μεγαλύτερη ανησυχία της είναι ότι θα υπάρχουν προβλήματα στις μονάδες παραγωγής τροφίμων και ύδρευσης, με σοβαρές ανθρωπιστικές συνέπειες σε περιοχές που είναι ήδη ευάλωτες. Η πείνα θα αυξηθεί, ίσως καταστροφικά. Η Διεθνής Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή των Ηνωμένων Εθνών αναμένει ότι η παραγωγή τροφίμων θα μειωθεί κατά 2% έως 6% σε κάθε επόμενη δεκαετία λόγω της υποβάθμισης της γης, της ξηρασίας, των πλημμυρών και της ανόδου της στάθμης της θάλασσας. Ο συγχρονισμός δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερος, καθώς μέχρι το 2050 ο παγκόσμιος πληθυσμός αναμένεται να ανέλθει σε 9,7 δισεκατομμύρια, δηλαδή περισσότερα από δύο δισεκατομμύρια περισσότερους ανθρώπους να τρέφονται από ό, τι σήμερα.
Όταν όμως υπάρχει πείνα, οι άνθρωποι αναγκάζονται να πολεμήσουν ή να φύγουν. Περίπου 50 με 700 εκατομμύρια άνθρωποι θα αφήσουν τα σπίτια τους από τα μέσα του αιώνα ως αποτέλεσμα της υποβάθμισης του εδάφους, σύμφωνα με εκτιμήσεις του περασμένου έτους. Οι πυρκαγιές, οι πλημμύρες και οι ξηρασίες θα αναγκάσουν πολλούς άλλους να μεταναστεύσουν εντός και εκτός συνόρων. Ομοίως, θα μειωθεί ο πάγος των βουνών, ο οποίος αποτελεί πηγή νερού για το ένα τέταρτο του παγκόσμιου πληθυσμού. Οι φτωχότεροι θα επηρεαστούν χειρότερα, αν και έχουν τη μικρότερη ευθύνη για την κλιματική κρίση. Για τον Αμερικανό συγγραφέα και περιβαλλοντολόγο, Bill McKibben, αυτή η αδικία θα έχει τον μεγαλύτερο αντίκτυπο το 2050.
Τα τελευταία 20 χρόνια, τα έθνη έχουν δοκιμάσει διάφορους τρόπους για τη σωτηρία του πλανήτη, αλλά οι περισσότεροι ήταν ακριβοί και αναποτελεσματικοί. Ωστόσο με τη βοήθεια της επιστήμης, οι κίνδυνοι μπορούν να μειωθούν αισθητά αν η ανθρωπότητα αλλάξει δραστικά την επόμενη δεκαετία. Μπορούμε να κάνουμε την κατάσταση μας ευκολότερη εάν επικεντρωθούμε στην ελπίδα σε κοινές λύσεις, παρά στους φόβους για το τι θα χάσουμε ατομικά. Αυτό σημαίνει να βρεθεί η πίστη στα θεσμικά όργανα και να προειδοποιεί ο ένας τον άλλο σχετικά με τους κινδύνους. Τα προβλήματα έρχονται και η επιστήμη το έχει κάνει σαφές αυτό. Το ερώτημα είναι τώρα πώς το αντιμετωπίζουμε...
Πηγή: tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου