Με τις μαζικές εκτελέσεις και τις οργανωμένες καταστροφές, οι Παγκόσμιοι Πόλεμοι υπήρξε η χείριστη εκδοχή της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Επιπλέον, όταν ο δυτικός κόσμος έκανε τον απολογισμό, όταν καταλάγιασε ο κουρνιαχτός στα ερείπια που άφησε πίσω του, ήταν αδύνατο να αγνοηθούν οι αγριότητες που διαπράχθηκαν στην καρδιά της Ευρώπης από, κατά τα άλλα, πολιτισμένους ανθρώπους. Οι συγκρίσεις με τα ζώα ήταν πανταχού παρούσες. Τα ζώα δεν έχουν αναστολές, ήταν το επιχείρημα. Δεν έχουν πολιτισμό, συνεπώς θα πρέπει να ήταν κάποιο ζωικό χαρακτηριστικό, κάτι στη γενετική μας δομή που είχε εκραγεί κάτω από την επίφαση του πολιτισμού και είχε παραμερίσει την ανθρώπινη ευπρέπεια.
Αυτή η «θεωρία της επίφασης», όπως την αποκαλώ, έγινε το κυρίαρχο θέμα στις μεταπολεμικές συζητήσεις. Κατά βάθος, οι άνθρωποι είμαστε βίαιοι και αήθεις. Μια πληθώρα μπεστ σέλερ ασχολήθηκε με αυτό το ζήτημα, υποθέτοντας ότι μας διακατέχει μια ασυγκράτητη επιθετική ορμή, η οποία επιδιώκει να βρει διέξοδο στον πόλεμο, στη βία, ακόμα και στον αθλητισμό. Μια άλλη θεωρία υποστήριζε ότι η επιθετικότητά μας είναι πρωτοφανής, ότι είμαστε τα μόνα πρωτεύοντα θηλαστικά που σκοτώνουν το είδος τους. Το είδος μας δεν είχε ποτέ το χρόνο να εξελίξει τις κατάλληλες αναστολές. Κατά συνέπεια, τα βίαια ένστικτά μας είναι ανεξέλεγκτα όπως στα «εξ επαγγέλματος αρπακτικά», τους λύκους ή τα λιοντάρια. Είμαστε καθηλωμένοι σε μια βίαιη ιδιοσυγκρασία, την οποία δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε καθώς δεν έχουμε τα κατάλληλα εφόδια.
Δεν είναι δύσκολο να διακρίνουμε σε αυτή την επιχειρηματολογία την απαρχή της εκλογίκευσης της ανθρώπινης βίας γενικά και ειδικά.
Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Ρόμπερτ Άρντρι εμπνεύστηκε από τις εικασίες ότι ο Αυστραλοπίθηκος θα πρέπει να ήταν σαρκοφάγος και να κατάπινε τα θήραματά του ζωντανά, διαμελίζοντάς τα και σβήνοντας τη δίψα του με αίμα. Βασισμένο στις μελέτες ορισμένων κρανιακών οστών, ήταν ένα ευφάνταστο συμπέρασμα, αλλά σε αυτό βάσισε ο Άρντρι τον μύθο των πιθήκων δολοφόνων. Στο βιβλίο Αφρικανική Γένεσις απεικόνισε τον πρόγονό μας ως ένα διανοητικά διαταραγμένο αρπακτικό ζώο που ανατρέπει την ασταθή ισορροπία της φύσης. Στη δημαγωγική πρόζα του Άρντρι, «γεννηθήκαμε από επαναστατημένους πιθήκους, όχι από πεπτωκότες αγγέλους, και επιπλέον οι πίθηκοι αυτοί ήταν οπλισμένοι δολοφόνοι. Επομένως, τι να θαυμάσουμε; Τις δολοφονίες και τις σφαγές και τα βλήματα και τους αδιάλλακτους στρατούς μας;»
Δύσκολα μπορεί να γίνει πιστευτό, αλλά το επόμενο κύμα της βιολογίας της μόδας κατάφερε να προχωρήσει ακόμα παραπέρα. Το εγωιστικό γονίδιο του Ρίτσαρντ Ντόκινς μας δίδαξε ότι εφόσον η εξέλιξη βοηθά αυτούς που βοηθούν τους εαυτούς τους, ο εγωισμός θα πρέπει να αντιμετωπιστεί μάλλον ως κινητήρια δύναμη της αλλαγής παρά ως ελάττωμα που μας εμποδίζει να αναπτυχθούμε. Μπορεί να είμαστε κακοί πίθηκοι, αλλά υπάρχει λόγος που είμαστε έτσι, και ο κόσμος έγινε καλύτερος χάρη σε αυτό το γνώρισμα.
Ένα δευτερεύον πρόβλημα -που ματαίως υποδείχθηκε από τους σχολαστικούς- ήταν η παραπλανητική γλώσσα των βιβλίων αυτού του είδους. Τα γονίδια που παράγουν επιτυχή χαρακτηριστικά διαδίδονται στον πληθυσμό και ως εκ τούτου προάγονται. Ωστόσο ο χαρακτηρισμός αυτής της διαδικασίας ως «εγωιστικής» είναι απλώς σχήμα λόγου. Και μια χιονοστιβάδα που κυλά και μεγαλώνει καθώς κατεβαίνει, επίσης αναπτύσσεται, αλλά γενικά δεν αποκαλούμε τις χιονοστιβάδες εγωιστικές. Η ακραία συνέπεια της θέσης «τα πάντα είναι εγωισμός» είναι ένας εφιαλτικός κόσμος. Καθώς οι συγγραφείς αυτοί οσφραίνονταν τη σημασία της πρόκλησης απέχθειας και σοκ, μας μετέφεραν σε μια χομπσιανή αρένα, στην οποία ο καθένας είναι για τον εαυτό του και όπου οι άνθρωποι εμφανίζονται γενναιόδωροι μόνο και μόνο για να εξαπατήσουν τους άλλους. Η αγάπη είναι ανύπαρκτη, η συμπόνια απούσα και η καλοσύνη μόνο μια παραίσθηση. Το πιο γνωστό απόσπασμα εκείνων των ημερών, από το βιολόγο Μάικλ Γίσλιν, τα λέει όλα: «Κάτω από έναν αλτρουιστή κρύβεται υποκριτής».
Πρέπει να είμαστε ευτυχείς που αυτή η σκοτεινή, απαγορευτική θέση είναι ανυπόστατη και διαφέρει ριζικά από τον πραγματικό κόσμο στον οποίο γελάμε, φωνάζουμε, κάνουμε έρωτα και είμαστε τρυφεροί με τα μωρά. Οι συγγραφείς απτής της μυθολογίας το συνειδητοποιούν και μερικές φορές ομολογούν ότι η ανθρώπινη κατάσταση δεν είναι τόσο κακή όσο την παρουσιάζουν. Το Εγωιστικό γονίδιο είναι ένα καλό παράδειγμα. Υποστηρίζοντας όχι τα γονίδιά μας ξέρουν τι είναι καλύτερο για μας, ότι προγραμματίζουν και τον παραμικρό μηχανισμό της ανθρώπινης επιβίωσης, ο Ντόκινς περιμένει μέχρι την τελευταία πρόταση του βιβλίου του για να μας καθησυχάσει ότι, στην πραγματικότητα, μπορούμε κάλλιστα να πετάξουμε όλα αυτά τα γονίδια από το παράθυρο: «Μόνο εμείς, από όλα τα ζώα πάνω στη γη, μπορούμε να επαναστατήσουμε ενάντια στην τυραννία των εγωιστικών μιμιδίων».
Και έτσι το τέλος του 20ού αιώνα υπογράμμισε την ανάγκη μας να αρθούμε υπεράνω της φύσης. Αυτή η άποψη διατυμπανίστηκε ως δαρβινιστική, ακόμα κι αν ο Δαρβίνος δεν είχε καμία σχέση μαζί της. Ο Δαρβίνος πίστευε, όπως και εγώ, ότι η ανθρωπιά μας στηρίζεται σε κοινωνικά ένστικτα που μοιραζόμαστε με άλλα ζώα. Πρόκειται προφανώς για μια πιο αισιόδοξη άποψη από αυτή που πιστοποιεί ότι «μόνο εμείς πάνω στη γη» μπορούμε να υπερνικήσουμε τα βασικά ένστικτά μας. Κατά την τελευταία άποψη, η ανθρώπινη ευπρέπεια δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια λεπτή κρούστα – κάτι που επινοήσαμε αντί να κληρονομήσουμε.
Τα εκατομμύρια χρόνια που προηγήθηκαν, οι πρόγονοί μας μπορεί να ζούσαν ήρεμα σε μικρές ομάδες κυνηγών-καρποσυλλεκτών που δεν είχαν πολλούς λόγους για ανταγωνισμό, αφού τότε η Γη ήταν ιδιαίτερα αραιοκατοικημένη. Ωστόσο, αυτό το γεγονός με κανέναν τρόπο δεν θα τους είχε συγκρατήσει από την κατάκτηση ολόκληρης της υδρογείου. Συχνά θεωρείται δεδομένο ότι η επιβίωση του ικανότερου συνεπάγεται τον αφανισμό των αδυνάτων. Αλλά η νίκη στον εξελικτικό αγώνα δρόμου μπορεί να οφείλεται σε ένα ανώτερο ανοσοποιητικό σύστημα ή σε μια μεγαλύτερη ικανότητα ανεύρεσης τροφίμων. Η άμεση σύγκρουση σπάνια είναι ο τρόπος με τον οποίο το ένα είδος αντικαθιστά το άλλο. Κατά συνέπεια, αντί της εκμηδένισης του Νεάντερταλ, μπορεί απλώς να ήμασταν ανθεκτικότεροι στο κρύο ή καλύτεροι κυνηγοί.
Αυτή η «θεωρία της επίφασης», όπως την αποκαλώ, έγινε το κυρίαρχο θέμα στις μεταπολεμικές συζητήσεις. Κατά βάθος, οι άνθρωποι είμαστε βίαιοι και αήθεις. Μια πληθώρα μπεστ σέλερ ασχολήθηκε με αυτό το ζήτημα, υποθέτοντας ότι μας διακατέχει μια ασυγκράτητη επιθετική ορμή, η οποία επιδιώκει να βρει διέξοδο στον πόλεμο, στη βία, ακόμα και στον αθλητισμό. Μια άλλη θεωρία υποστήριζε ότι η επιθετικότητά μας είναι πρωτοφανής, ότι είμαστε τα μόνα πρωτεύοντα θηλαστικά που σκοτώνουν το είδος τους. Το είδος μας δεν είχε ποτέ το χρόνο να εξελίξει τις κατάλληλες αναστολές. Κατά συνέπεια, τα βίαια ένστικτά μας είναι ανεξέλεγκτα όπως στα «εξ επαγγέλματος αρπακτικά», τους λύκους ή τα λιοντάρια. Είμαστε καθηλωμένοι σε μια βίαιη ιδιοσυγκρασία, την οποία δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε καθώς δεν έχουμε τα κατάλληλα εφόδια.
Δεν είναι δύσκολο να διακρίνουμε σε αυτή την επιχειρηματολογία την απαρχή της εκλογίκευσης της ανθρώπινης βίας γενικά και ειδικά.
Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Ρόμπερτ Άρντρι εμπνεύστηκε από τις εικασίες ότι ο Αυστραλοπίθηκος θα πρέπει να ήταν σαρκοφάγος και να κατάπινε τα θήραματά του ζωντανά, διαμελίζοντάς τα και σβήνοντας τη δίψα του με αίμα. Βασισμένο στις μελέτες ορισμένων κρανιακών οστών, ήταν ένα ευφάνταστο συμπέρασμα, αλλά σε αυτό βάσισε ο Άρντρι τον μύθο των πιθήκων δολοφόνων. Στο βιβλίο Αφρικανική Γένεσις απεικόνισε τον πρόγονό μας ως ένα διανοητικά διαταραγμένο αρπακτικό ζώο που ανατρέπει την ασταθή ισορροπία της φύσης. Στη δημαγωγική πρόζα του Άρντρι, «γεννηθήκαμε από επαναστατημένους πιθήκους, όχι από πεπτωκότες αγγέλους, και επιπλέον οι πίθηκοι αυτοί ήταν οπλισμένοι δολοφόνοι. Επομένως, τι να θαυμάσουμε; Τις δολοφονίες και τις σφαγές και τα βλήματα και τους αδιάλλακτους στρατούς μας;»
Δύσκολα μπορεί να γίνει πιστευτό, αλλά το επόμενο κύμα της βιολογίας της μόδας κατάφερε να προχωρήσει ακόμα παραπέρα. Το εγωιστικό γονίδιο του Ρίτσαρντ Ντόκινς μας δίδαξε ότι εφόσον η εξέλιξη βοηθά αυτούς που βοηθούν τους εαυτούς τους, ο εγωισμός θα πρέπει να αντιμετωπιστεί μάλλον ως κινητήρια δύναμη της αλλαγής παρά ως ελάττωμα που μας εμποδίζει να αναπτυχθούμε. Μπορεί να είμαστε κακοί πίθηκοι, αλλά υπάρχει λόγος που είμαστε έτσι, και ο κόσμος έγινε καλύτερος χάρη σε αυτό το γνώρισμα.
Ένα δευτερεύον πρόβλημα -που ματαίως υποδείχθηκε από τους σχολαστικούς- ήταν η παραπλανητική γλώσσα των βιβλίων αυτού του είδους. Τα γονίδια που παράγουν επιτυχή χαρακτηριστικά διαδίδονται στον πληθυσμό και ως εκ τούτου προάγονται. Ωστόσο ο χαρακτηρισμός αυτής της διαδικασίας ως «εγωιστικής» είναι απλώς σχήμα λόγου. Και μια χιονοστιβάδα που κυλά και μεγαλώνει καθώς κατεβαίνει, επίσης αναπτύσσεται, αλλά γενικά δεν αποκαλούμε τις χιονοστιβάδες εγωιστικές. Η ακραία συνέπεια της θέσης «τα πάντα είναι εγωισμός» είναι ένας εφιαλτικός κόσμος. Καθώς οι συγγραφείς αυτοί οσφραίνονταν τη σημασία της πρόκλησης απέχθειας και σοκ, μας μετέφεραν σε μια χομπσιανή αρένα, στην οποία ο καθένας είναι για τον εαυτό του και όπου οι άνθρωποι εμφανίζονται γενναιόδωροι μόνο και μόνο για να εξαπατήσουν τους άλλους. Η αγάπη είναι ανύπαρκτη, η συμπόνια απούσα και η καλοσύνη μόνο μια παραίσθηση. Το πιο γνωστό απόσπασμα εκείνων των ημερών, από το βιολόγο Μάικλ Γίσλιν, τα λέει όλα: «Κάτω από έναν αλτρουιστή κρύβεται υποκριτής».
Πρέπει να είμαστε ευτυχείς που αυτή η σκοτεινή, απαγορευτική θέση είναι ανυπόστατη και διαφέρει ριζικά από τον πραγματικό κόσμο στον οποίο γελάμε, φωνάζουμε, κάνουμε έρωτα και είμαστε τρυφεροί με τα μωρά. Οι συγγραφείς απτής της μυθολογίας το συνειδητοποιούν και μερικές φορές ομολογούν ότι η ανθρώπινη κατάσταση δεν είναι τόσο κακή όσο την παρουσιάζουν. Το Εγωιστικό γονίδιο είναι ένα καλό παράδειγμα. Υποστηρίζοντας όχι τα γονίδιά μας ξέρουν τι είναι καλύτερο για μας, ότι προγραμματίζουν και τον παραμικρό μηχανισμό της ανθρώπινης επιβίωσης, ο Ντόκινς περιμένει μέχρι την τελευταία πρόταση του βιβλίου του για να μας καθησυχάσει ότι, στην πραγματικότητα, μπορούμε κάλλιστα να πετάξουμε όλα αυτά τα γονίδια από το παράθυρο: «Μόνο εμείς, από όλα τα ζώα πάνω στη γη, μπορούμε να επαναστατήσουμε ενάντια στην τυραννία των εγωιστικών μιμιδίων».
Και έτσι το τέλος του 20ού αιώνα υπογράμμισε την ανάγκη μας να αρθούμε υπεράνω της φύσης. Αυτή η άποψη διατυμπανίστηκε ως δαρβινιστική, ακόμα κι αν ο Δαρβίνος δεν είχε καμία σχέση μαζί της. Ο Δαρβίνος πίστευε, όπως και εγώ, ότι η ανθρωπιά μας στηρίζεται σε κοινωνικά ένστικτα που μοιραζόμαστε με άλλα ζώα. Πρόκειται προφανώς για μια πιο αισιόδοξη άποψη από αυτή που πιστοποιεί ότι «μόνο εμείς πάνω στη γη» μπορούμε να υπερνικήσουμε τα βασικά ένστικτά μας. Κατά την τελευταία άποψη, η ανθρώπινη ευπρέπεια δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια λεπτή κρούστα – κάτι που επινοήσαμε αντί να κληρονομήσουμε.
Τα εκατομμύρια χρόνια που προηγήθηκαν, οι πρόγονοί μας μπορεί να ζούσαν ήρεμα σε μικρές ομάδες κυνηγών-καρποσυλλεκτών που δεν είχαν πολλούς λόγους για ανταγωνισμό, αφού τότε η Γη ήταν ιδιαίτερα αραιοκατοικημένη. Ωστόσο, αυτό το γεγονός με κανέναν τρόπο δεν θα τους είχε συγκρατήσει από την κατάκτηση ολόκληρης της υδρογείου. Συχνά θεωρείται δεδομένο ότι η επιβίωση του ικανότερου συνεπάγεται τον αφανισμό των αδυνάτων. Αλλά η νίκη στον εξελικτικό αγώνα δρόμου μπορεί να οφείλεται σε ένα ανώτερο ανοσοποιητικό σύστημα ή σε μια μεγαλύτερη ικανότητα ανεύρεσης τροφίμων. Η άμεση σύγκρουση σπάνια είναι ο τρόπος με τον οποίο το ένα είδος αντικαθιστά το άλλο. Κατά συνέπεια, αντί της εκμηδένισης του Νεάντερταλ, μπορεί απλώς να ήμασταν ανθεκτικότεροι στο κρύο ή καλύτεροι κυνηγοί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου